- τρέξω
- τρέχωrunaor subj act 1st sgτρέχωrunaor ind mid 2nd sg (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Μπορζόφ, Βαλερί — (1949 ). Ολυμπιονίκης. Ο Βαλερί Μπορζόφ γεννήθηκε στις 20 Οκτωβρίου του 1949 στο Σαμπίρ, μια μικρή πόλη της Ουκρανίας, η οποία ανήκε τότε στη Σοβιετική Ένωση. Σε ηλικία 20 ετών θεωρούνταν ήδη ο κορυφαίος σπρίντερ στη χώρα του και ένας από τους… … Dictionary of Greek
συμπαραγίγνομαι — και συμπαραγίνομαι, Α (αποθ.) 1. (για καρπούς) ωριμάζω ταυτόχρονα με κάποιον άλλο («ὥστε ἐκπέποταί τε καὶ καταβέβρωται ὁ πρῶτος καρπὸς καὶ ὁ τελευταῑος συμπαραγίνεται», Ηρόδ.) 2. βρίσκομαι κοντά, βοηθώ κάποιον 3. είμαι έτοιμος να τρέξω να βοηθήσω … Dictionary of Greek